- ὑποκήρυγμα
- ὑποκήρ-υγμα, ατος, τό,A proclamation by herald, Dacia 2.206 ([place name] Histria).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
υποκήρυγμα — ύγματος, τὸ, Α [ὑποκηρύσσω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού ὑποκηρύσσω* … Dictionary of Greek